Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Του γιοφυριού της Άρτας. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Του γιοφυριού της Άρτας. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Δευτέρα 31 Οκτωβρίου 2022

Από τη λυγερή της Άρτας στις λυγερές που έχασαν τη ζωή τους εξαιτίας του φύλου τους

Η λυγερή δεν ρωτήθηκε αν δεχόταν να χτιστεί ζωντανή, για να στεριώσει το γεφύρι. Παρασύρθηκε με δόλο, όπως συμβαίνει ακόμα και σήμερα σε πολλές γυναίκες. Γυναίκες που θυσιάζονται στον βωμό του πατριαρχικού συστήματος.... Αφού είδαμε και άλλες παραλλαγές (πομάκικη, αλβανική) συζητήσαμε 

-Πόσο αποδεχόμαστε αυτή την τοποθέτηση;

-Γιατί συμβαίνει;

-Πώς αλλιώς θα μπορούσαμε να ξαναγράψουμε την ιστορία, για να αντιμετωπίσουμε κάποιες αδικίες; 


Πηγή εικόνας: https://gr.pinterest.com/pin/450008187745095426/

Κάποιες από τις προσπάθειες των μαθητριών και μαθητών να αντιμετωπίσουν την αδικία

….Πουλάκι εδιάβη και έκατσε αντίκρυ στο ποτάμι  και μίλησε με ανθρώπινη λαλίτσα. «Πρωτομάστορα αδίκως παιδεύεστε εσύ και οι εργάτες σου. Το γεφύρι ποτέ δεν θα στεριώσει. Μα μην φοβάσαι την λύση εγώ θα σου την δώσω. Το γιοφύρι γκρεμίζεται, διότι το βράδυ, όταν όλοι κοιμάστε, το ποτάμι κατεβαίνει ορμητικά το βουνό και το γιοφύρι γκρεμίζεται. Για αυτό λοιπόν θα πρέπει να θυσιάσεις την μισή σου περιουσία και να χτίσετε το γεφύρι πιο κάτω στο ποτάμι. Ο πρωτομάστορας, μην πιστεύοντας τα λόγια αυτά και μη θέλοντας να θυσιάσει την περιουσία του, συνέχισε την ίδια διαδικασία κάθε μέρα αλλά μάταια προσπαθούσε, καθώς το γεφύρι κάθε βράδυ καταστρεφόταν. Την όγδοη μέρα, το πουλί επέστρεψε και του είπε ότι άμα δεν θα θυσιάσει την περιουσία του, θα πρέπει να θυσιάσει την γυναίκα του. Σαστισμένος ο πρωτομάστορας, μην θέλοντας να θυσιάσει το άτομο που τόσο αγαπούσε και ξέροντας ότι ο πλούτος είναι κατώτερος της αγάπης, αποφάσισε να ακολουθήσει τις οδηγίες του πουλιού, χτίζοντας το γεφύρι στο σημείο που του είχε υποδείξει το πουλί, με αποτέλεσμα να μην ξαναγκρεμιστεί ποτέ.   

Νίκος Τ.

Ένας πιχάει με το μυστρί και άλλος με τον ασβέστη

Παίρνει ο πρωτομάστορας και ρίχνει μέγα λίθο…

Μα λίγο πριν ο πρωτομάστορας τοποθετήσει τον λίθο στην καμάρα, η φωνή της λυγερής αντήχησε σε όλο το γεφύρι:

-«Τι πας να κάνεις καλέ μου; Έχεις μήπως σκοπό να θυσιάσεις την ίδια σου την γυναίκα μόνο και μόνο για να χτίσεις ένα γεφύρι; Σκοπεύεις να με κλείσεις στο γεφύρι, όπως έκλεισαν τις αδερφές μου, και να είσαι εντάξει με αυτό;»

Ο πρωτομάστορας άφωνος και απελπισμένος άφησε κάτω τον λίθο και βοήθησε την γυναίκα του να βγει απ΄την καμάρα  τραβώντας την αλυσίδα. Έπειτα κοίταξε την λυγερή στα μάτια και με βαριά φωνή είπε:

-«Αγαπημένη μου, το σχέδιό μου ήταν εξαρχής να σε θυσιάσω, για αυτό άλλωστε σε έφερα εδώ. Δυστυχώς δεν υπάρχει άλλος τρόπος να ολοκληρωθεί το έργο μας χωρίς την θυσία σου. Ολημερίς χτίζαμε το γεφύρι και κάθε βράδυ γκρεμιζόταν, παρακολουθώντας τους κόπους μου να πάνε χαμένοι. Ξέρω πως το να σε θυσιάσω είναι η χειρότερη επιλογή που έχω κάνει αλλά πραγματικά δεν ξέρω τι άλλο να κάνω…»

Η λυγερή σώπασε και με δάκρυα στα μάτια απάντησε:

-«Σε καταλαβαίνω. Ξέρω πως το δίλλημα είναι μεγάλο και σε καμία περίπτωση δεν θα ήθελες το κακό των ανθρώπων. Όσο αναφορά το γεφύρι μην μου στεναχωριέσαι. Θα είμαι δίπλα σου στο έργο σου και θα την βρούμε την λύση.»

Μαρία Π. Γ5

 

Το δαχτυλίδι τόπεσε στην πρώτη την καμάρα, και ποιος να μπει και ποιος να βγει το δαχτυλίδι να βρει;

Τότε η γυναίκα το ’νιωσε και το ΄χε καταλάβει. Ψέματα της έλεγαν για να την θανατώσουν. Θα ‘ταν η τρίτη αδελφή που έχτιζαν σε γεφύρι. Σκέφτηκε τις επιλογές που είχε για να ζήσει. Σαρανταπέντε μάστορες και εξήντα μαθητάδες. Πώς θα τα έβαζε με αυτόυς;

“Θα ήθελα να πάω εγώ, άντρα μου, να στο φέρω. Μα με πονάει η μέση μου και ίσως μωρό θα σου φέρω.” είπε και φίλησε ευθύς το μάγουλο του άντρα της.

 

Εκείνος ετρελάθηκε. Πώς να την χτίσει τώρα; Έπιασε τότε το πουλί, του έδεσε μια πέτρα, και το έριξε με δύναμη στης Άρτας το γεφύρι.

Βαγγέλη Φ. Γ5

 

Το πουλί όντως υπάκουσε τον πρωτομάστορα και πήγε στην Λυγερή λέγοντας της  «αργά άλλαξε, αργά να πας στο γιόμα, αργά να πας και να διαβείς της Άρτας το γιοφύρι». Και έτσι και έγινε, αφού η γυναίκα του πρωτομάστορα άρχιζε να υποψιάζεται ότι κάτι κακό την περίμενε.

  Μόλις την αντίκρισε ο πρωτομάστορας, έλαμψε από χαρά, καθώς είχε αρκετό χρόνο να σκεφτεί, αν μπορούσε να αλλάξει το πεπρωμένο, το οποίο απέτρεψε επιτυχώς. Αφού λοιπόν ήταν αποφασισμένος, ότι θα ζούσε αυτός με την γυναίκα του ευτυχισμένοι με δυο παιδιά, πήρε τον λόγο και φωνάζοντας είπε: «Παραιτούμαι αυτήν την στιγμή, δεν θα θυσιάσω την γυναίκα μου για κανέναν λόγο! Είμαι σίγουρος ότι υπάρχει άλλη λύση».

  Την επόμενη μέρα, ο πρώην πρωτομάστορας είναι με την γυναίκα του στο σπίτι και τρώνε πρωινό χαρούμενοι, ενώ οι άλλοι μάστορες αποφάσισαν να προσπαθήσουν μία τελευταία φορά να ξανά χτίσουν την γέφυρα μιας και δεν γκρεμίστηκε ολοκληρωτικά τα μεσάνυχτα.

  2 βδομάδες αργότερα, αφού συνέχισαν να την χτίζουν για τον ίδιο λόγο, τελείωσαν το έργο και κατάλαβαν, ότι το πουλί προσπαθούσε να περάσει ένα μήνυμα στον πρωτομάστορα, το οποίο έλεγε «Πρώτα να ελέγχεις αν υπάρχει άλλη λύση ακόμη και αν πρέπει να ρισκάρεις κάτι».

  Έτσι και ο πρώην πρωτομάστορας ζει ευτυχισμένα με την οικογένεια του και την καινούρια του δουλειά, αλλά και οι άνθρωποι οι οποίοι θα έχουν πια την δυνατότητα να διασχίζουν την γέφυρα χωρίς κανέναν φόβο, καθώς είναι πιο γερή από ποτέ. 

 

Ειρήνη Σ. Γ5

Ένας πιχάει με το μυστρί και ο άλλος με τον ασβέστη,

παίρνει και ο πρωτομάστορας και ρίχνει μέγα λίθο.

«Βγάλε με πρωτομάστορα αμέσως!

Αλλιώς θα πω κατάρα για σας τους τρεις

και θα σας αφανίσει,

Ενώ όσο αφορά το λατρεμένο σου γιοφύρι,

εύχομαι ποτέ να μη στεριώσει!»

Έφυγε ο πρωτομάστορας με δάκρυα στα μάτια

και με τρεμάμενη ψυχή

ελπίζοντας να μην καταστραφεί το γιοφύρι.

Όλη νύχτα δεν μπορούσε να κλείσει μάτι

και ενοχές βασάνιζαν το μυαλό του.

Μετανιωμένος για την πράξη του,

έφτασε χαράματα εκεί,

γκρέμισε το γιοφύρι  και απελευθέρωσε τη λυγερή

δίχως κανείς να καταλάβει.

Μόλις την έβγαλε από τα θεμέλια,

ο πρωτομάστορας την πήρε αγκαλιά

και έφυγαν στα ξένα.

Δέσποινα Σ. Γ5

Και σαν η Λυγερή Κατάλαβε τι είχανε στο νου τους

 οργίστηκε και άρχισε να φωνάζει στους μαστόρους

 «Ντροπή σας που με θυσιάζεται πάτε θέλησή μου! Αν δεν είχατε πάει να να ξεγελάσετε με δόλο θα σας άφηνα να με χτίσετε ´δω μέσα στο γιοφύρι!

 

Και με αυτά τα λόγια είναι Λυγερή  έστρεψε τα μάτια στον ουρανό ζητώντας απεγνωσμένα βοήθεια. Στιγμές πριν την σφραγίσουνε μέσα στο κτίσμα μεταμορφώθηκε σε χελιδόνι, ξεφύγε και πέταξε μακριά μέχρι που χάθηκε στον ουρανό. Κανείς  δεν την ξαναείδε από τότε και προς μεγάλη ανακούφιση για τους μάστορες, η γέφυρα χτίστηκε με επιτυχία. Ωστόσο όταν ήρθε η σειρά των μαστόρων να την περάσουν, μέσα από τη γη υψώθηκε ένα πανύψηλό τοίχος εμποδίζοντας τους να  διασχίσουν το γεφύρι, το οποίο όμως χανόταν μαγικά κάθε φορά που κάποιος άλλος ήθελε να περάσει αλλά ξανάεμφανιζόταν όταν προσπαθούσαν οι εργάτες. Η τιμωρία των μαστόρων για την πράξη τους ήταν δηλαδή να είναι ανίκανοι να διασχίζουν το ποτάμι με την βοήθεια του έργου τους, για το οποίο είχαν τόσο σκληρά δουλέψει.

Νεφέλη Τ. Γ3

Στην συνέχεια ήρθε πάλι το πουλάκι και κάθησε αντικρυ στο ποτάμι και είπε:

<<Την λυγερή που σου ζήτησα εσένα να θάψεις,

βγάλε την από εκεί είδα αυτό που ήθελα,

σ'αξίζει να σ' ο πρώτος ο μάστορας στο γιοφύρι,

που σκέφτεσαι το κοινό καλό και όχι εσένα.

Είσαι ικανός να θυσιάσεις ό,τι αγαπάς,

και είναι σημαντικό για να σώσεις το γιοφύρι.

Άσε την λυγερή να βγει από 'κει μέσα που 'χει,

μονάκριβο αδερφό και σπίτι μα φροντίσει και

το γιοφύρι θα στεργιώσει χωρίς καμία θυσία.>>

Αυτά είπε το πουλί και χάθηκε μεσ' το δάσος και πράγματι βγήκαν αληθινά, το γιοφύρι χτίστηκε και είχε και σύντομα αποτελέσματα.

Κωνσταντίνα Ρ. Γ3

 

 

 

 

Σάββατο 31 Οκτωβρίου 2020

Ένα διαφορετικό τέλος για το...γεφύρι της Άρτας

 

Πηγή: https://images.app.goo.gl/V9ecnTBQob4mBw3t8 

Στο ποτάμι σε χρειάζονται λυγερή να πας

Τον άντρα σου να βοηθήσεις που στεναχώρια έχει.

Στο ποτάμι λυγερή γοργά να πας τον μονάκριβό σου να παρηγορήσεις.

Γρήγορα κάνει η λυγερή και φτάνει στο ποτάμι.

Τον πρωτομάστορα βλέπει καθισμένο

Και γρήγορα να τον μαλώσει που δεν δουλεύει πάει

«πρωτομάστορα, έχεις τους μαστόρους να δουλεύουν και εσύ εδώ κοιμάσαι;»

Γυρνά ο πρωτομάστορας και την κοιτά,

Τρόμαξε η λυγερή να τόνε καταλάβει,

Πλανταγμένος ήτανε ο κακομοίρης.

Ριζικό καλό η μοίρα δεν τους έγραφε

«Τι έχεις άντρα μου καλέ, άντρα της ζωής μου, άντρα μονάκριβέ μου;»

Σηκώνεται ο πρωτομάστορας χωρίς δεύτερη κουβέντα

Αγκαλιά του την επαίρνει,

Και τελευταία φορά την εφιλεί,

Φωνάζει ύστερα τους μαστόρους,

Να τους πάρουν και τους δύο.

Σηκωμένη στα χέρια την κρατά,

Και στο αυτί της λέει σιγανά,

Μόνη σου ποτέ δεν σε αφήνω.

Κατέβηκαν στα θεμέλια και πέτρες άρχισαν να τους καταπλακώνουν.

Μαζί στην ζωή, μαζί και στον θάνατο,

Ήτανε οι τελευταίες τους λέξεις…

Ολίνα Σ.

 

«Γοργά ντύσου, γοργά άλλαξε, γοργά να πας το γιόμα,

γοργά να πας και να διαβείς της Άρτας το γιοφύρι».

Αυτά είπε το πουλάκι και σιώπησε. Στο μεταξύ, η θλίψη του πρωτομάστορα ήταν τόσο μεγάλη που τον έκανε να νιώθει ένας ζωντανός νεκρός. Τα πάντα χάνονται για εκείνον από την στιγμή που μαθαίνει για τη θυσία της γυναίκας του, που πρέπει να γίνει για να στεριώσει το γιοφύρι. Αποφασίζει, όμως, να ακούσει την εντολή του πουλιού και να μην προσπαθήσει να ξεφύγει από τη μοίρα. Έτσι το επόμενο πρωί, η γυναίκα πάει στο γιοφύρι και οι εργάτες την ξεγελούν εγκλωβίζοντας την μέσα σε αυτό. Αφού είχε πια εγκλωβιστεί η γυναίκα του στο γιοφύρι, ο Πρωτομάστορας συνήλθε λίγο κι αισθάνθηκε μεγάλο δίλλημα. Να την στοιχειώσει τελικά ή να την απελευθερώσει; Τελικά, αποφασίζει να μπει κι αυτός μέσα στο γιοφύρι, ώστε να βρουν κοινό θάνατο. Άλλωστε, γι’ αυτόν η ζωή χωρίς την πολυαγαπημένη γυναίκα του θα ήταν ανούσια. Έτσι προκειμένου να μην τη χάσει, επιλέγει να πεθάνει μαζί της, δείχνοντας έτσι τη μεγάλη αγάπη που της έχει. Στην συνέχεια, με εντολή του  Πρωτομάστορα οι μαστόροι ολοκληρώνουν το χτίσιμο του γιοφυριού. Το ποίημα τελειώνει μα την ευχή που ξεστομίζουν ταυτόχρονα ο Πρωτομάστορας και η Λυγερή, ώστε το γιοφύρι να στεριώσει και να μην γκρεμιστεί ποτέ.

Μαριλένα Τ.

Πηγή: https://images.app.goo.gl/kqZg1nLqFH5aicjL9

Ήταν μια ηλιόλουστη μέρα αλλά η θλίψη και η στεναχώρια του  πρωτομάστορα ήταν μεγάλη. Εκείνη τη στιγμή σήκωσε τα χέρια ψηλά και φώναξε <<Γιατί Θεέ μου, να είναι έτσι η μοίρα μου και να πρέπει να θυσιάσω το πιο αγαπημένο πρόσωπο της ζωής μου;>> Οι εργάτες τον κοίταζαν θλιμμένα και με μεγάλο πόνο.

   Έβλεπε τη γυναίκα του να πλησιάζει με χαρά χωρίς να ξέρει τι πρόκειται να της συμβεί. Μόλις έφτασε άνοιξε τα χέρια της να τον αγκαλιάσει, αλλά ο πρωτομάστορας δάκρυσε. Τότε η γυναίκα του απόρησε και τον ρώτησε <<Γιατί αγαπημένε μου τα μάτια σου είναι βουρκωμένα;>> Ξαφνικά ακούστηκαν αστραπές από τον ουρανό και μια φωνή να τους λέει <<Κανείς δεν θα θυσιαστεί και θα στεριώσω το γιοφύρι εγώ χωρίς κανέναν θάνατο>>.

   Τότε όλοι κατάλαβαν πως ήταν ένα θαύμα του Θεού και αμέσως γονάτισαν όλοι και τον ευχαρίστησαν με πρόσωπα γεμάτη αγάπη και χαρά.

Ανδρομάχη Σ.

 

Γρήγορα έλα και σε περιμένει ο αγαπημένος σου. Αυτή ντύθηκε, ετοιμάστηκε  και πήγε . Όταν έφτασε ο πρωτομάστορας είπε την αλήθεια  στην γυναίκα του. Εκείνη από καλή καρδία συμφώνησε κα δέχτηκε να θυσιαστεί. Έτοιμη να θυσιαστεί ο πρωτομάστορας φωνάζει «θα θυσιαστώ και εγώ μαζί της αφού έτσι ήθελε η μοίρα». Άρχισαν οι μάστορες να τους χτίζουν και οι ίδιοι ευχήθηκαν να στεριώσει το γιοφύρι. Συγκινημένοι όλοι αποφάσισαν να δώσουν στο γιοφύρι το όνομα τους.

Γιώργος Χ.



Πηγή: https://images.app.goo.gl/v1X5jNqWrHsi7fMK6

Ο πρωτομάστορας έμεινε έκπληκτος και συγκλονισμένος στο άκουσμα της είδησης ότι πρέπει να θυσιάσει την γυναίκα του, για να στεριώσει το γιοφύρι. Αυτός από την πρώτη στιγμή αρνήθηκε να θυσιάσει τη σύζυγό του χωρίς δεύτερη σκέψη, αφού είναι το πιο αγαπημένο του πρόσωπο. Ουσιαστικά δεν δέχτηκε να συνεισφέρει για το συλλογικό καλό και την κατασκευή ενός τόσο σπουδαίου έργου αλλά προτίμησε το ατομικό καλό δηλαδή να μην θυσιάσει την γυναίκα του και να συνεχίσουν να ζουν και οι δύο ευτυχισμένοι ενώ το γιοφύρι δεν χτίστηκε εν τέλει ποτέ.

Χριστίνα Μ.

Σάββατο 15 Οκτωβρίου 2016

Παραλλαγές του γιοφυριού της Άρτας ή εναλλακτικές προσεγγίσεις


Πέντε μάστοροι από την Αρβανία,
Δύο από τα Γιάννενα και τρεις απ’ τα Τζουμέρκα.
Έχτιζαν το γιοφύρι μα το βράδυ εγκρεμιζόταν.
Τον λόγο τον εγύρευαν μα το γιατί δεν βρίσκαν,
ώσπου σαν από μηχανής θεός εμφανίστηκε μια μαύρη γάτα
τον λόγο επήρε και στον πρωτομάστορα είπε:
«Αδερφή αν δεν θυσιάσεις γιοφύρι δεν θα φτιάξεις».
Πανικός τον έπιασε  τον μάστορα
Μα πώς τη μικρή του αδερφή θα πα να θυσιάσει;
Μια φαεινή ιδέα του ’ρθε το πρώτο το μαστόρι
να στείλει για να την καλέσει να περπατήσει τάχα πρώτη στο έτοιμο γιοφύρι.
Τον αδερφό της συναντά και με απορία τον ρωτά: «Μα γιατί με φώναξες καλέ μου αδερφέ, αφού γιοφύρι έτοιμο δεν έχει για να δω».
Σπρώχνει ο πρωτομάστορας με πίκρα μεγάλη τη μικρή του αδερφή στην τρύπα τη μεγάλη.
Βγάζει λόγο η αδερφή «μεγάλη κατάρα θα σας βρει».
Στενοχώρια έπιασε τον πρωτομάστορα μεγάλη κι έπεσε κι αυτός κι έτσι χτίστηκαν κι οι δυο στο γιοφύρι το γερό.
Κατερίνα Β
Πωλίνα Γ.
Μαρία Γ


Ήταν εννιά φίλοι που χτίζανε γεφύρι.

Κάθε βδομάδα γκρεμιζόταν χωρίς αιτία.

Καθίσανε και εσκεφτήκανε και ξαφνικά τους ήρθε λύση.

Ένας αετός σαν από μηχανής θεός τους είπε:

<<δίχως μπετό γεφύρι δεν στεριώνει>>.


Το καλοσκεφτήκανε και το έκαναν στην πράξη.

Το γεφύρι ήταν γερό σαν βράχος από ένα βουνό

Αλλά στο τέλος ήρθε ένα (εχθρικό) μαχητικό και τα έκανε όλα

 ρημαδιό.
                                                                    Αναστάσιος Γ.
                                                                    Νίκος Γ.
                                                                    Δημήτρης Β
                                                                    
                                                                    Περικλής Α.



Σαράντα μάστορες προσπαθούν να χτίσουν μια γέφυρα που τους είχε αναθέσει ο βασιλιάς. Τη μέρα το χτίζανε και το βράδυ γκρεμιζόταν. Απεγνωσμένοι οι μάστορες αναζητούσαν λύση σε όλο το χωριό αλλά μόνο ένας μπορούσε να τούς βοηθήσει. O μεγάλος σοφός του χωριού.
Ο πρωτομάστορας πρώτος πήγε να ρωτήσει. Ο μεγάλος σοφός είπε πως κάποιο σημαντικό άτομο πρέπει να θυσιαστεί. Όλοι οι μάστορες αποφάσισαν ότι αυτό το άτομο ήταν η γυναίκα του πρωτομάστορα. Έτσι, οι μάστορες έστειλαν έναν νεαρό αγγελιοφόρο να πει στην γυναίκα του πρωτομάστορα να έρθει στη γέφυρα. Ο νεαρός όμως γεμάτος ενοχή της είπε ότι για θυσία προοριζόταν. Έτσι η γυναίκα έκπληκτη και συντετριμμένη αποφάσισε πως ο άντρας της έπρεπε να πληρώσει. Καθώς έφτανε στην γέφυρα αντίκρισε τον άντρα της ο οποίος ήταν πρόθυμος να την θυσιάσει χωρίς δεύτερη σκέψη. Εκείνος της είπε να πλησιάσει σε έναν λάκκο για να του περιγράψει τι βρίσκεται μέσα, επειδή ήταν η μόνη που μπορούσε να χωρέσει. Η γυναίκα πλησίασε και ο νεαρός έσπρωξε τον πρωτομάστορα μέσα στον λάκκο. Όλοι οι μάστορες άρχιζαν να τον χτίζουν. Ο πρωτομάστορας μπερδεμένος και θλιμμένος θυμήθηκε τα λόγια του μεγάλου σοφού ότι ένα σημαντικό άτομο έπρεπε να θυσιαστεί.

Ανδρέας Γ.
Γιώργος Γ.
Γιώργος Β.
Δημήτρης Γκ.


Εκατό μάστοροι και πενήντα μαθητάδες
Κάθε μέρα χτίζανε της Άρτας το γιοφύρι
μα το βράδυ έπεφτε και πολύ στενοχωριούνταν.
Και μια μέρα η μάντισσα προφητεία είπε:
«Την κόρη της βασίλισσας να θυσιάσουν πρέπει».
Τ’ άκουσε η βασίλισσα και του θανάτου πέφτει.
 Προτού καλά καλά το σκεφτεί η βασίλισσα
Την κόρη παν’ και παίρνουν τάχα πως πάνε στο χωριό
λουλούδια να της φέρουν!
Καθώς φτάνουν στο γιοφύρι,
η βασίλισσα προβάλλει τη θέση της κόρης της να πάρει.
Κλάμα κακό και συμφορά, κλάμα κακό και δάκρυ ανάμεσα στη μάνα και στη μονάκριβή της κόρη.
Θυσία έγινε κι η μάνα εσκοτώθει για το καλό του τόπου της
και της μικρής της κόρης!
                                                                       Ολυμπία Α.
                                                                       Σεϊμά Α.
                                                                        Ανδριάνα Β.
                                                                        Βλάχου Ρ.
 Τρεις  μάστοροι και έξι μαθητάδες
έργο σπουδαίο χτίζανε μα το βράδυ εγκρεμιζόταν.
Έκατσαν και σκέφτηκαν το κεφάλι τους εσπάσαν
και στο τέλος λύση βρήκανε  απ’ το  θεό  σταλμένη.
Κάθε μάστορας γυναίκα αγαπημένη έπρεπε να θυσιάσει.
Το επόμενο αποταχύ οι τρεις γυναίκες έφτασαν
νύφες των μαστόρων χαρούμενες ερώτησαν πώς πάνε οι δουλειές.
Εκείνοι βοήθεια τους ζήτησαν στα θεμέλια να μπούνε να αντικαταστήσουνε τους αρρώστους βαριά μαθητάδες….
Εκείνες επονηρεύτηκαν πως σχέδιο είχαν οι άνδρες  από όνειρο της προηγούμενης νυκτός και δεν αποδέχτηκαν τη βούληση των ανδρών τους.
Μόνο κατάρα έδωσαν το έργο αυτό ποτέ να μη χτιστεί και πάντα έτσι να μείνει.
                                                                      
                                                                                  Μαρία Α.
Ιωάννα Β.
             Το ξωκκλήσι του Αι-Λιος
Εκεί στην άκρη του βουνού
δίπλα σε μια βρυσούλα
ξωκλήσι ετοιμάζανε
σαράντα νοματαίοι
ξωκλήσι ήταν του Αι- Λιος
στη χάρη του ταγμένο
να σταματάνε όσοι θεν
να ανάβουν τα καντήλια.
Από την μια το κτίζουν
από την άλλη πέφτει.
Τι νάνε άραγε αυτό που θα στεριώσει
τούτο δω το ξωκλήσι το ξακουστό;
Μιλάνε, συλλογίζονται και ευθύς αποφασίζουν
όλοι μαζί να ανταμωθούν στην άκρη της βρυσούλας.
Και εκεί που κάθονταν και απόφαση δεν πέρναν
θαρρούν πως τάχα το νερό της βρύσης του μιλά.
-         Γεια σας λεβέντες κι άρχοντες
μα λύση δεν θα βρείτε
αν δεν ακούσετε εμέ τούτο που χω να σας πω:
-         Αυτή ,λοιπόν,την εκκλησία σε τούτο το ξωκλήσι
τοίχος δε κτίζεται ψηλός ούτε πόρτα στεριώνει
αν άνθρωπος δεν μπει στη γη βαθειά να το στηρίξει.
Βαθειά σιγή επλάκωσε ετούτη τη βρυσούλα
και η φύση λες και πάγωσε στα λόγια του νερού.

Και ξάφνου εμφανίστηκε ο παπά-Γιάννης μπρός τους
και ευθύς τους αποκρίθηκε πως τούτη εδώ η εκκλησία
είναι δική του ευθύνη γι΄ αυτό και ο ίδιος θα γηνεί θυσία για να γίνει .
Με λύπη και με απελπισία
την άλλη μέρα κτίζουν τον παπά-Γιάννη τον καλό
κάτω από το Άγιο Ιερό.
Την ώρα εκείνη ο παπά-Γιάννης εύχεται από το μαύρο χώμα:
-         Διαβατές εύχομαι σε εσάς εδώ που θα σταματάτε
την θεια χάρη να ‘χετε κεράκι να μου αναφτε
και απλόχερα τα αγαθά έχετε στην ζωή σας.


                                                                                                  Έλενα Δ.
                                                                                                   Όλγα Κ.


Εξήντα εργάτες βοηθούσαν για τη δημιουργία του γιοφυριού των Ιωαννίνων. Όμως κάθε μέρα πέθαινε κι ένας εργάτης, καθώς το γιοφύρι δεν στέριωνε. Ολημερίς και ολονυχτίς προσπαθούσαν χωρίς κανένα αποτέλεσμα μέχρι που οι μάστοροι έγιναν τριάντα.
Σαν από μηχανής θεός εμφανίστηκε ένας λύκος και όλοι τρόμαξαν χωρίς να καταλάβουν ότι ήρθε για καλό, ως τη στιγμή που μίλησε με ανθρώπινη λαλιά. Τη λύση τους φανέρωσε, θυσία έπρεπε να γίνει. Οι πρώτοι οι διαβάτες που φανούν αυτοί θα το θεμελίωναν. Αυτό τους φάνηκε εύκολη νίκη σε μια μάχη που πίστευαν πως δεν θα τέλειωνε ποτέ, ως το άλλο πρωί που οι πρώτοι διαβάτες ήταν η οικογένεια του πρωτομάστορα, η γυναίκα του και τα τρία του παιδιά. Σαν τους είδε ο πρωτομάστορας πληγώθηκε πολύ και παρόλο που νεύματα τους έκανε για να γυρίσουν πίσω, εκείνοι το βήμα επιτάχυναν.
 Ο λύκος χάρηκε πολύ χωρίς να κάνει προσπάθεια να το κρύψει. Με δικαιολογία ότι χάθηκε το δαχτυλίδι του πρωτομάστορα, η γυναίκα  και τα παιδιά του προσφέρονται αμέσως να βοηθήσουν. Έψαχναν αρκετή ώρα αλλά τίποτα δεν έβρισκαν. Ο λύκος πήγε να δει από κοντά τη θυσία της οικογένειας, καθώς όμως υπήρχαν (μέσα στο γιοφύρι) δύο έξοδοι, τη στιγμή που η μητέρα με τα τρία παιδιά έβγαιναν ο λύκος έμπαινε με αποτέλεσμα να θυσιαστεί ο ίδιος, αφού στο μεταξύ οι εργάτες έριξαν πολλές πέτρες με αποτέλεσμα ο λύκος να θαφτεί στο γιοφύρι.
Το γιοφύρι από τότε έχει στεριώσει κι η οικογένεια έζησε για πολλά χρόνια ευτυχισμένη
Μαρία Π.
Φαίη  Κ.
Μυρτώ Κ.